Τι να κοιτάζεις τώρα. Τα χέρια σου τι να πιάνουν. Μια ροζ κηλίδα πέφτει από τα σύννεφα στη θάλασσα κι είναι η γραμμή από το άσπρο σαν χρώμα νωπό που στάζει και ανακατεύεται με το γαλάζιο. Κάπου βαθιά στον ορίζοντα μπορεί να βρέχει. Σε σκέφτομαι, κοιτάζω πάλι κι ο ήλιος ξεπροβάλει πορτοκαλί. Σε λίγο θα κοιτώ το βουνό και θα είναι αυγή. Πρέπει να βρω μες στη μέρα να κάνω για σένα κάτι μεγάλο. Πώς να πω φτάνει για σήμερα. Πώς τι που σταματάει η λαχτάρα. Παίρνω τη σπάθα και τα κάνω όλα σκόνη. Είναι ώρα που θα παρακαλούσα να περάσω τη ζωή μου γεμίζοντας σακούλες με χώμα. Αυτό θα έκανα μα διάβασα ένα ποίημα που λέει.. χίλιες φορές στον δρόμο και τυχαία. Μ’ αρέσουν τα ποιήματα που μου μιλάνε την ώρα που νιώθω πως τίποτα δεν μπορώ να ακούσω. Εκείνη την στιγμή σε βλέπω μπροστά μου. Κάθομαι δίπλα σου όπως όταν με έπαιρνε η αγαπημένη μου δασκάλα μαζί της στην έδρα για να κάθομαι πιο ήσυχη. Κι όλα τα προβλήματα να λύσω μπορώ. Να τραβήξω τις πιο ίσιες γραμμές να σκεφτώ ορθογραφημένα. Δεν έχει αλλάξει κάτι. Εσένα βλέπω μπροστά. Μόνο που οι παράλληλοι κόσμοι μου κάποιος με βοήθησε και τελειώσαν. Έχω κανονικό μερίδιο στην ευτυχία και την δυστυχία. Είναι τα πράγματα τόσο απλά. Δρόμοι δρόμοι με μια θέα απίστευτη. Σε βλέπω μπροστά μου και σου χαμογελάω. Εγώ κύριοι δεν ψάχνω νόημα, ψάχνω άνθρωπο! Η πιο εύκολη μέρα θα είναι η μέρα που θα σε συναντήσω. Έχω σκοπό να σου ανατρέψω το τέλος που έχεις σκεφτεί. Χωρίς να ξέρω τι έχεις σκεφτεί. Όμως αυτή είναι πολύ σοβαρή δουλειά. Και δε γελάω. Προσπάθησα χίλιες φορές σήμερα να θυμηθώ ένα ανέκδοτο και δεν τα κατάφερα. Θα είχα από ώρα ξεμπερδέψει. Σε λίγο νυχτώνει. Να πιαστώ σε μια διέγερση να αποκάνω να κοιμηθώ.