Τα μπουζούκια του Καυκή
. Η Σμύρνη μου κάηκε το '22. Βιάστηκα, ξεκληρίστηκα και σφαγιάστηκα τότε. Εσύ που και πότε το έπαθες; .. αν θες μου λες. Αν θες μπορούμε απλά και μόνο να περπατάμε
Κάποτε είπα πως ξέρω πως γράφονται τα ποιήματα. Ζητώ από τα πνεύματα, πολύ ταπεινά συγνώμη για την ύβρη που διέπραξα. Δεν ήξερα κι ούτε ξέρω. Απλά νιώθω πως ήταν από μέρους μου πολύ επηρμένο αυτό. Αν και δεν ήταν ακριβώς έπαρση, ήταν σαν τότε που πήγα έξω πρώτη φορά για δουλειά και είπα πως ξέρω από αυτή τη δουλειά μόνο και μόνο για να με προσλάβουν. Και πράγματι όμως ήταν λες και ήξερα. Αλλά άλλο να πιάνεις ένα δίσκο με ποτίρια κι άλλο να γράφεις ή ακόμα και να διαβάζεις ποίηση. Όμως και τις δύο φορές που το έκανα το έκανα απλά και μόνο για να επιβιώσω.
Έχω πυρετό. Η γλώσσα μου έχει φουσκώσει έχει πλατύνει και κρέμεται. Τα χείλη μου συσπώνται να σε βρουν Τί έχετε πάθει .. Έτσι σε γλύφω παντού. Είμαστε παραλυμένοι από την καύλα. Κάθεσαι μπρούμυτα με τα χέρια πλεγμένα κάτω από το κεφάλι σου σαν τον ερμαφρόδιτο αναίσθητη αλλά με τα πόδια ανοιχτά και σε γαμάω. Κάνουμε Έρωτα σε άγνωστους μας ρυθμούς και παρακαλάω να μείνουμε. Σε κοιτάω εκεί που χάνομαι και νιώθω πως αχώρετα με κυριεύουνε πνεύματα που τα ζωντανεύω για σένα και μας αγαπάνε απέραντα. Πέφτω σαν μεγατόνος μέσα σου και σε σφραγίζω. Έγινα στάχτη. Με ξαναγεννάς και δε φοβάμαι αυτή την πλήξη. Μου έχει δώσει την ζωή που ονειρεύτηκα βίδες, από το τελευταίο σου συρτάρι. Η ψυχή μου αναπνέει από το στόμα σου. Τα χείλη μας ακουμπάν τα υγρά τους γιαπωνέζικη γραφή. Εκρήξεις. Πάρε μου το μυαλό, σε παρακαλώ και κράτα το και χώστο. Δεν αντέχω άλλες προδομένες γραφές. Θέλω να σ’ αγαπήσω όπως σε ερωτεύτηκα. Σε ένα άδειο συρτάρι με προφυλακτικά έπεσα και χάθηκα πίσω του. Αιώνια. Βρήκα απίστευτα πράγματα. Από εκεί μπαίνει όλο το φως σε όλες τις εκτυφλωτικές χαραμάδες του σύμπαντος. Η χλόη του παράδεισος άνθη. Ενώνονται με ουράνια τόξα και γλιστράν απ’ τα χύσια μας. Κι άλλο σε θέλω. Σε φιλώ με γλώσσα φουσκωμένη και πλατιά μάχομαι όλη να αγκαλιάσω το είναι σου. Τρελαίνομαι αλύτρωτα γιατί ζηλεύω και το κρεβάτι που ακουμπάς ή σ’ ακουμπάει; Γι’ αυτό κρεμαστήκαμε και αιωρούμαστε μπιγμένοι ο ένας μέσα στον άλλο. Δε θα λυτρωθούμε ποτέ. Πως αλλιώς θα μπορούσε να είναι! Μάτια του κόσμου μου Βουτώ στα βυζιά σου κι αισθάνομαι πως είσαι ότι πιο φριχτά μου έχει λείψει. Άνοιξέ μου. Άνοιξέ μου. Άνοιξε Πρέπει να φυσώ τα ονόματά μας στις τρύπες. Άνοιξέ μου Η φωνή μου έχει πήξει. Αργοσέρνει τα μάγια σου. Ακούς; Είναι μόνο φθόγγοι. Κατάλαβέ με ..
Τζόυς Μανσούρ σε μετάφραση του Έκτορα Κακναβάτου.
Τζόυς Μανσούρ, «Κραυγές, σπαράγματα, όρνια», Άγρα
Σʼ αρέσει να πέφτεις στο ξεστρωμένο μας κρεβάτι
οι παλιοί ιδρώτες μας δεν σʼ αηδιάζουν
τα λερωμένα, από ξεχασμένα όνειρα, σεντόνια μας
οι κραυγές μας που στο σκοτεινό δωμάτιο αντηχούνε
όλα ετούτα ξεσηκώνουνε το αχόρταγο κορμί σου,
το άσχημό σου πρόσωπο επιτέλους λάμπει
που οι χτεσινοί μας πόθοι είναι όνειρα αυριανά σου
*
Η ανάσα σου μέσα στο στόμα μου
τα ξερά σου χέρια τα νύχια σου τα σουβλερά
δεν αφήνουνε ποτέ το κρεμεζί λαρύγγι μου
κρεμεζί απʼ την ντροπή την ηδονή τη γλύκα
τα μελανιασμένα χείλια σου βυζαίνουνε το αίμα μου
κι οι στιλβωμένες σάρκες μου θα σε ξεσηκώνουν πάντα
ενώ τα μάτια μου θα μένουνε κλεισμένα.
Πόσοι έρωτες έκαναν να κραυγάζει το κρεβάτι…
*
Γυμνή θέλω να δειχτώ στα ωδικά σου μάτια
θέλω να με δεις να ουρλιάζω από ηδονή
που τα λυγισμένα κάτω από μεγάλο βάρος μέλη μου
σε ανόσιες σε σπρώχνουν πράξεις
που τα ίσια μαλλιά της ασημένης κεφαλής μου
μπλέκονται στα νύχια σου
απʼ την παραφορά καμπυλωμένα
που τυφλός κρατιέσαι ορθός κι αφοσιωμένος
ξανοίγοντας από του μαδημένου μου κορμιού το ύψος.
Το κορμί σου ισχνό ανάμεσα στα σατινένια μου σεντόνια…
Πυρετός, το αιδοίο σου ένας κάβουρας
Πυρετός, οι γάτες που τρέφονται απʼ τα θαλερά βυζιά σου
Πυρετός η βιάση απʼ των νεφρών σου τα σαλέματα.
Των κανίβαλων βλεννών σου η λαιμαργία,
το σφίξιμο από τα λούκια σου που σκιρτούνε κι απαιτούνε
μου ξεσχίζουν τα πέτσινα δάχτυλα
μου ξεριζώνουν τα πιστόνια.
Πυρετός, σφουγγάρι ψόφιο απʼ την παραλυσία πρησμένο
πιλαλάει το στόμα μου στο μάκρος της γραμμής
του ορίζοντά σου
σε θάλασσα φρενίτιδας άφοβος ταξιδιώτης…
Είναι νύχτα
κι ηυ γαλήνια γρατσουνιά όπου πεθαίνει το κενό λαχανιασμένο
δέρνεται παλεύει ανοίγεται και κουλουριάζεται ηδονικά
πάνω στο αργοσάλευτο πέος του εξερευνητή Νώε.
*
Αφού σε προκαλούν τα στήθια μου θέλω τη λύσσα σου
θέλω να δω τα μάτια σου να βαραίνουν
τα μάγουλά σου να ρουφιόνται να χλομιάζουν
θέλω τα ανατριχιάσματά σου
θέλω ανάμεσα στα σκέλια μου να γενείς κομμάτια
πάνω στο καρπερό του κορμιού σου χώμα
οι πόθοι μου χωρίς ντροπή να εισακουστούνε.
Τα βίτσια των αντρών είναι η επικράτειά μου
οι πληγές τους τα γλυκίσματά μου
αγαπάω να μασώ τις χαμερπείς τους σκέψεις
γιατί η ασκήμια τους κάνει την ομορφιά μου.
~~~~~~~~~~~~~~~}
Κοιτώ με περιέργεια βραχικυκλωμένους όλα μεταξύ μας και να λέω πως φταίει που σε θέλω να κάνουμε φαντασαμιά χαριτωμένη φρίκη έρωτα.
Δεν μπορώ να σου γράφω, προσέχω παιδία στο λιμανάκι και δεν έχω αφήσει κανέναν να μας πηράξει. Να μη σε ζηλεύω Εσύ είσαι ο καλλός μου μπάτσος και κάνω τον κακό. Δίνω βάρβαρό σοβαρό αγώνα .. και γαμάω κόσμο. Έχω 15 χρόνια να κάνω Έρωτα! Πρέπει να είμαι πολύ κακιά. Γι' αυτό Θεε μου κάνε με ότι θες. Αν fare play είναι να ξεκινήσω πρώτη .. έστω μία φορά Αρχαιολατρεία και σε περιμένω να Μου πεις Οκέυ στα κόκνευ.
Έτσι το έχω φανταστεί κι εγώ. Απαγγέλοντας ιταλικά και γαλλικά ποιήματα. Πιασμένοι από το χέρι. Εγώ μπορεί να βρίζω και λίγο .. στα τσιγγάνικα. Περπατάμε κάπως γρήγορα ώσπου μπαίνουμε σε ένα δωμάτιο και κλείνει μια πόρτα πίσω μας και γίνεται χαμός
ς
Γι' αυτό σκέφτομαι πως θα είναι καλύτερα ένα ραντεβού κάπου στο κέντρο.
Εσύ κάθεσαι και διαβάζεις χαλαρά τώρα ε φτιάχνεις εκεί τα δικά σου. Τον Δ. σου. Είσαι μια χαρά. Πας τις βόλτες σου, τα νησιά σου ..
Ε μωρό μου;
Η ψυχή μου ζητάει λιβάδια
Την απαλή απλότητα των χόρτων.
Ζητάει να τα διασχίσει
σα μαγεμένο παιδί χοροπηδώντας
και στριφογυρίζοντας
με τα χέρια ανοιχτά στους ανέμους.
Στην παλιά δημοσιά που πια
δεν περνά ούτε ένα αμάξι
ξαπλώνω στον δρόμο με το ηλιοβασίλεμα.
Ακούω στα χόρτα το ταξίδι του ήχου
απ' το κελάρισμα της πηγής στα βουνά.
Η νύχτα είναι μια μάταιη απόσταση
Κι εγώ κατοικώ στην απόσταση
μαζί με τ'αστέρια.
Πεθαίνουν τρεις γυναίκες και πάνε στον Αγιο Πέτρο. Ρωτάει την πρώτη τον απάταγες τον άντρα σου ε μια φορά άγιε μου τον αγαπούσα πολύ. Πάρε το χρυσό κλειδί του παραδείσου της λέει. Ρωτάει την δεύτερη ε άγιε μου δυό φορές μόνο ε πάρε το ασημένιο κλειδί του παραδείσου. Ρωτάει την τρίτη ... δεν το ήθελα άγιε μου τον πήρα από υποχρέωση στον πατέρα μου και τον απατούσα συνέχεια κάθε βδομάδα. Ε εσύ πάρε το κλειδί του δωματίου μου της απαντάει!
Τουλάχιστον αν το ευχαριστιόσουνα που έχω τρελαθεί για σένα .. θα το ευχαριστιόμουν κι εγώ . Αλλά ούτε καν αυτό δεν μπορείς να μου κάνεις .. ωχ
Γοργόνα μου ..
μ' αρέσουν πολύ έτσι τα μαλλιά σου. Όλα σου μ' αρέσουν. Ακόμα και το μουλάρωμά σου. Είσαι η Γοργόνα μου που σμίγουμε πάνω στα βράχια. Και σε φιλώ και γεννιέται ο κόσμος μας. Αλλά είσαι μια θεότητα που έχει μεταμορφωθεί σε γοργόνα. Ομορφιά μου, θέλω να σου φέρνω λουλούδια και φρούτα, να σ' αγαπώ χωρίς να περιμένω τίποτα. Μα πώς που σε θέλω .. βοήθαμε Παναγιά μου
(Αυτός ο Δ. είναι μεγάλος μαλάκας .. )
Το πρόσωπό σου είναι σκληρό, σα να μην έκανες έρωτα. Γι' αυτό διατάζω να σκοτώσουν όλον τον αντρικό πληθυσμό. Ναι και τον γυναικείο; Όλο τον πλυθισμό. Τώρα.
Το μόνο που ξέρω είναι ότι όσες φορές ξεκίνησα πραγματικά να σε βρω με έφτυσες και με "έβρισες" με τον χειρότερο τρόπο.
Γιατί προσπαθούσα να διασκεδάσω τον φόβο μου και την λάσπη μου με χιούμορ.
Λάσπη όμως ε! Πολύ λάσπη. Έρχεται το τραχτέρι να με ξεκολλήσει ο φίλος... κι έρχομαι πάλι .. από την εθνική όμως
Ραντεβού στο 22ο χλμ εθνικής οδού Αθηνών Αλεξανδρείας στις 22 2ου του 2222
Δεν έχω καμία όρεξη για μάιντφακ τώρα. Κι ελπίζω ως τότε, σε δύο ζωές δλδ αυτές οι δύο ζωές να μας φωτίσουν να τα σβήσουμε όλα.
Αγάπη μου
Δεν θέλω ποίημα.
Φτάνουμε στην θάλασσα κι αρχίζω το κύρηγμα. Παιδιά σήμερα έχει κύμα και ανθρώπους, να προσέχετε να μη σας ακουμπίσει κανείς εκτώς από τα παιδιά που είναι πολύ φίλοι σας και δεν δεχόμαστε τίποτα από ξένους. Δεν μιλάμε σε αγνώστους. Και μου λέει ο Ηρακλής ούτε τι ώρα είναι να μη ρωτήσουμε...
Κουνιέται το δόντι της Νέδας και γκρινιάζει με όλα. Πρέπει να μάθεις να πονάς της λέω και με λέει ανόητη με όλο της το μίσος και γελώ...
Εσένα σε καταλαβαίνω νιώθω. Αλλά τι άλλο να κάνω. Πήδηξα τόσες φορές απέναντι και πηδάμε συγχρώνος κι έχουμε συνέχεια το κενό. Γιατί δεν θες να πέσουμε μαζί; Δε με θες τόσο; Εγώ τόσο σε θέλω και πιστεύω πως θα πετάξουμε. Δε με πιστεύεις;
Είναι ένας που κλαίει συνέχεια χωρίς να βρίσκει το λόγο, έχει πάει σε οχτώ ψυχιάτρους και του λέει ο τελευταίος πρέπει να πάτε σε νευρολόγο ψυχίατρο. Πάει του λέει σας λείπει μητρικό γάλα και όπως έχει πάει στην κουμπάρα του και της λέει το πρόβλημά του και θύλαζε αυτή το παιδί της ε του λέει κάτσε να τελείωσει ο μικρός να βάλω κι εσένα κουμπάρε να σε βοηθήσω. Αλήθεια της λέει συγκινημένος. Κι όπως την βύζαινε της ήρθε μια σεξουαλική ορμή και του λέει κουμπάρε μήπως εκτώς από αυτό θα πήγαινε και κάτι άλλο; ε θα πήγαινε και κανα κρουασανάκι...
Μου μιλάς!
Σου έβγαζα χαζές φωτογραφίες
Σε κοιτώ και χαμογελάω απ' το μέσα μου μυστήρια
Τ
ώρα βάρυνα πάλι.
Έχω γίνει μολύβι.
Σουτάρω ..
Σήμερα σηκώθηκα κι έκανα πέντε πράγματα. Μου λείπεις κι απορώ πως αντέχω και μπορώ και μπορείς. Ξαναγεννήθηκα χθες, σε ήθελα πολύ, στις δύο τη νύχτα σου έφτιαξα μια φωτογραφική στιγμή. Λυσομανούσε το μοτέρ της γεώτρισης είναι ίσα με το τραπέζι. Έπαιξα λίγο με τις ατμόσφαιρες στους μοχλούς έτσι που μου ανεβαίνει η αδρεναλίνη και στις 16 ατμόσφαιρες καβάλησα πάνω στον αγωγό. Δε φτάνει εννοήται αλλά μου έκανε προσωρινά καλό. Τώρα έκανα μπάνιο και έχω ξαπλώσει, είχα μέρες να πλυθώ, έτσι καταλαβαίνω την στεναχώρια, πιάνω βιβλία και παλιά χαρτιά και σταματάω να βλέπω το σώμα. Μόνο τα δόντια μου πλένω κι αυτό επειδή σε φιλώ. Μακάρι να ήξερα τι δεν κάνω καλά να το διόρθωνα. Έχω δυο τρεις δρόμους ακόμη να πάρω, χίλιους, δεν ξέρω, συνέχεια φυτρώνουν κι έχω και δυό πολύ καλούς που τους φυλάω στην άκρη. Ξέρεις πως είναι, κουσούρια της προπόνησης και της εκπαίδευσης αυτά. Κάθομαι με μισόκλειστα μάτια και με αυλακώνει βαθιά το ήλεκτρο της μορφής σου, με μαστιγώνει ηδονή, όπως βγαίνω απ' το δρόμο και πέφτω πάνω σου. Μέσα σε ένα δευτερόλεπτο ζω πολύχρωμα κι ένα τρομερό δέος με τινάζει. Κεραυνοβολούμε, έτσι το λένε. Γιατί η ζωή μου είναι μαζί σου κι έχω τρελαθεί. Απ' τη στιγμή που σε κοίταξα. Κι απ' την στιγμή που προτω-άκουσα τη φωνή σου και πέθανα. Γιατί πέθανα κι έκανα τόσα χρόνια να σηκωθώ δεν ξέρω. Ξέρω μόνο ότι σηκώθωκα και δεν μπορώ με τίποτα να πεθάνω. Κι ας πεθαίνω κάθε φορά που νομίζω πως φτάνω, πως είσαι απέναντι από το κενό που πηδώ.
Σε θέλω. Ας με λυπηθούν οι θεοί. Αγάπησέ με.
Ασυμφωνία από αχαλιναγώγητο πολυεπίπεδου . .
Πραλίνα βέγκαν
μπανάνα αντράκλα κεράσι
Σε τί βάση;
Αδιαθέτησα κι έχω τα νεύρα μου. Είμαι στην θάλασσα, κάνω παρατήριση και πίνω καφέ. Εχθές στην σκάλα λακωνίας που έτρωγα σουβλάκια είδα έναν απίστευτο κόλο. Ήτανε ολοστρόγγυλος και έκανε ένα κενό στην μέση σαν κάτι αόρατο και πολύ μεγάλο να του είχε μόνιμα μπει. Καμιά φορά, πολύ σπάνια βέβαια, βλέπω και κανα ωραίο ποίημα, καμιά ωραία φωνή, κανα χέρι με φλέβες, κανένα ωραίο βυζί, καναν αστράγαλο, καμιά κλείδα. Μάτια άλλα όχι δεν έχω δει. Μου την δίνει που δεν δύναται κάτι άλλο να με συναρπάσει από τα βάθη κι ολοσχερώς. Μου την δίνει και που ακόμα ψάχνω εσένα -φίλοι φίλοι που τρώγαν το σταφίλι-. Και μου την δίνει και τώρα που σου μιλάω ενώ σε είδα ότι ήσουν εκεί, είδα και κάποιον άλλο εκεί μαζί σου κι αν μ' ακούς κι αν μ' άκουγες κι άφησες κι αφήνεις όλες μου τις υπερβατικές υπεράνθρωπες προσπάθιες να πάνε στο ντούκου και στο χάιδεμα του εγωισμού σου και την ψυχρή του ικανοποίηση πρέπει να σε "σκοτώσω". Να ξανάρθω πάντως εκεί δεν γίνεται.
Κάθε που ξυπνάω και ανοίγω τα μάτια σε ψάχνω. Μου συμβαίνει α υτόματα, χωρίς καμιά λογική. Έχω ξυπνήσει αλλά είμαι ακόμα στο κρεβάτι. Εχθές κάπου αφαιρέθηκα κι έστρηψα στην μπλέ κι όχι στην πράσινη ταμπέλα και βγήκαμε πάνω από τις ανεμογεννήτριες, περάσαμε ποτάμια και καστανόδασος, κάναμε πέντε ώρες να βγούμε στον κάμπο. Πάω πολύ αργά γενικά γιατί την προηγούμενη εβδομάδα πήρα παραμάζωμα μια κολώνα με λάμπα πάνω στον πεζόδρομο κι έχω σπάσει μια βάση στην κρεμαριέρα και κάτι άλλα τόσο που κάνει σαν κουδουνίστρα. Πρέπει να το αφήσω στο συνεργείο. Πρέπει να βρούμε και άκρη για τις παραστάσεις. Έχουμε άπαιχτα τέσσερα παρότζεκτ έτοιμα. Ξέρεις από αυτά τα καταγγελτικά με τα λαογραφικά στοιχεία που ενοχλούν τους απροβλημάτιστους και σ' αφήνουν παγωτό να το σκέφτεσαι για πάντα. Με νεοτερισμό, φαντασία, ξέρεις κλασική ποιότητα και σκληροπυρινικά πράγματα.
Λοιπόν, σηκώθηκα, τρέχω, έχω του κόσμου τα πράγματα να κάνω και να μαζέψω το βομβαρδισμένο τοπίο που έχω για σπίτι.
Θα άφηνα τα πράγματά μου στον θάμνο να νιώθω ελεύθερα. Κόκκινα, για 'σενα στην βόλτα. Η βόλτα αυτή θα μας έβγαζε σε ένα δωμάτιο, καλοκαιρινή δροσιά, γυμνό ξημέρωμα, μέσα κι έξω. Κόκκινος Ήλιος. Η ζωή θα αποκτούσε κόκκινες πιτσιλιές από ένα κόκκινο σύννεφο και κόκκινους αμανέδες από κόκκινα αηδόνια. Οι βόλτες θα πλήθαιναν. Στον χάρτη κόκκινες διαδρομές και σημάδια με κόκκινα ίχνη. Τα κόκκινα ποιήματα θα φώτιζαν, σύρματα, πυρακτωμένα σινιάλα, κόκκινα. Οι κόκκινες βόλτες θα άνοιγαν στον ουρανό μια βιολετί τρύπα με τη φουσκωμένη της κλειτορίδα να γλύφει τη μύτη μας. Και μια κόκκινη καταιγίδα θα χάιδευε απαλά την ανατριχίλα μας. Σαν μια κόκκινη αμμουδιά που μας δαγκώνουν μεγατόνοι ανθίζοντας. Οι κόκκινες βόλτες θα ξάνοιγαν και θα σκουραίναν όπως ο παλμός στα μουσικά αρχαία κύματα. Στο κόκκινο ξύπνημα θα μας ένιβε ένας κόκκινος σκύλος με κόκκινες βούλες από φιλια. Μια κόκκινη ησυχία θα πλατάγιζε στο στόμα μας. Και θα έβαφε κόκκινα τα κόκκινα σωθικά μας. Τέλος, ο θάνατος θα κοκκίνιζε κι αυτός από ντροπή. Το φανάρι στο κόκκινο και δεν θα φεύγαμε ποτέ από εκεί. Τα πράγματά μου είναι στον θάμνο.
Μου λείπει η φωνή σου. Δυστάζω να σε πάρω τηλέφωνο γιατί ξέρω πως είσαι με την κοπελιά σου. Είναι εντάξει, είναι ήσυχη η καρδιά μου. Αλλά όταν κάθομαι μόνη μου και σε σκέφτομαι άθελά μου δακρίζω. Νιώθω καλά που έχεις κάποιον να σε προσέχει. Δεν θα ενοχλήσω. Ξέρω πως μια μέρα θα σε δω κι ίσως να είναι εύκαιρο να σ' αγκαλιάσω και να σε φιλήσω. Νιώθω καλά κι ίσως καλύτερα που έχεις κάποιον να σε προσέχει. Ας είναι πως εγώ θα μπορούσα να δώσω κι ίσως ακόμα περισότερα. Αυτό ψάχνω, βασικα κάποιον που να δεχτεί και να μπορεί να του τα δώσω. Να τα έχουμε μαζί. Να τα μοιραστούμε. Η καρδιά μου είναι σκούρο μπλέ φωσφοριζέ τώρα. Κι είναι το χρώμα που μ'αρέσει να κοιτώ στον ορίζοντα. Νιώθω ωραία που έχω κι εγώ να φροντίζω ανθρώπους. Που κάνω και διάφορα παράτολμα και γεμίζω. Θα ήθελα καμιά φορά να με έπαιρνες, να ακούω τη φωνή σου να εμπλουτίζεται η παραίσθηση. Αν δεν υπάρχει πρόβλημα δλδ με την κοπελιά σου. Ξέρεις όμως ότι ποτέ δε θα σου έλεγα τέτοια πράγματα. Γι' αυτό τα γράφω δω πέρα.
(Art pandiony/ calculator)
Όταν σ' αγγίξω
Αυτό θέλω.
Θέλω όλα να
σε σέβονται όπως
Εγώ
/και σ'αγαπάει.
Κι είχα να σου πω τόσο σοβαρά πράγματα
.
..
...
Στα είπα.
Είναι στο πεύκο
Έη πρόβατο .. μήπως είσαι λυκάκι;
Ετοιμάζομαι για κάτι "καινούριο". Έχω βρει πιο κομμάτι του έργου μου είναι τώρα να γράψω. Το κομμάτι που μιλά για τους αστρομυθολόγους και το σμίξημο της Ηλέκτρας με την Ελίζα, πριν την φυλάκισή της στο βόρειο ερευνητικό. Έχω πάρει φόρα. Διαβάζω ένα βιβλίο την ημέρα. Δεν κάνω άλλα πράγματα, ίσως ασχοληθώ λίγο με το πότισμα μόνο. Βρήκα τρόπο κι έδιωξα το άγχος με τις δουλειές, έπιασε η ζέστη και δεν κάνω πολλά πράγματα. Τα απογεύματα πάω με τα παιδιά στην θάλασσα. Πιάνω έναν ίσκιο και διαβάζω, ακούω μουσική, σημειώνω. Μόλις πέφτει ο Ήλιος μπαίνω στην θάλασσα και κάθομαι μέχρι που νυχτώνει για τα καλά. Έχει μια παιδική χαρά η παραλία της Αγ. Κυριακής από πάνω, παίρνω πικνικ για τα παιδιά και καθόμαστε μέχρι πολύ αργά που είναι η ώρα για ύπνο. Τα γυρίζω μισοκοιμησμένα από το αυτοκίνητο και συνεχίζω το διάβασμα στο γραφείο και στο κρεβάτι μου. Αυνανίζομαι κάθε νύχτα, κάτι φορές μου παίρνει ώρες αυτή η διαδικασία, έχω ξεχάσει πώς είναι να πλαγιάζεις με άνθρωπο. Η φαντασία μου τα καταφέρνει μαζί σου, έχει ξεκαθαρίσει όλο το τοπίο, δεν υπάρχει πια η ελάχιστη αθέλητη ξαφνιαστική παρέμβαση. Από την άλλη είναι πολύ τρομαχτικό αυτό να συμβαίνει. Το αφήνω ελεύθερο να πηγαίνει όπου θέλει, να με λιώνει, να με εξυψώνει, να μου σπάει τα νεύρα και να με καταντά. Κανονίζω κάτι για την Κυριακή, να ανέβω για να σου παίξω κάτι ή απλά να σε παρακαλέσω λίγο να κατεβείς να σε δω ή για ένα φιλί, μεγάλο φιλί. Τα πράγματα στο κεφάλι μου έγιναν πάλι απλά. Γυρνώ σε αυτή τη συνθήκη γιατί είναι η πιο αληθινή που ξέρω. Αν θέλεις θα έρθεις. Γι’ αυτό μιλώ κι εγώ απλά ενώ θα μπορούσα να χόρευα όλες τις φιγούρες μου και να ζωγράφιζα τον υπερρεαλισμό και τα πολλά πολλά και διάφορα που μ’ αρέσουν στην γλώσσα, τρελά στην γλώσσα που ονειρεύομαι πως σε φιλώ. Δώσ’ μου αυτή την ευτυχία, την καταδίκη, την συντέλεια. Σε παρακαλώ… αυτή τη φορά έστω.
Σκύλος σου
Εγχειρίδια για την περίπτωση μας:
Ο παίχτης, Ντδοστογιέφσκυ
Ο αδερφός, Γιώργος Χειμωνάς
Η τέχνη του μυθιστορήματος, Μίλαν Κούντερα
Κτίζοντας το σινικό τείχος, Κάφκα
Το κάστρο των διασταυρωμένων πεπρωμένων, ITALO CALVINO
Η ωμότητα των πραγμάτων(συζητήσεις με τον Φρανσίς Μπέικον) David Sylvester
.. κι επιδή μίλησες και για την βλακεία, να βρούμε και κάτι από Γουστάφβ Φλωμπέρ.
Νομίζω έχω κάνει φιλότιμες προσπάθιες να αγαπήσω και να σεβαστώ την ζωή και το πέρασμά μου σε αυτόν τον κόσμο με αυτό το κορμί. Τελευταία νιώθω πως πονάω κάπως παραπάνω απ' όσο μπορώ και πρέπει να κάνω κάτι γι' αυτό άμεσα. Δεν θέλω να αυθαιρετίσω άλλο σε κανένα πράγμα και σε καμία σχέση μου. Και δεν ξέρω πόση σχέση έχει αυτό μαζί μου. Θέλω μια μέρα που θα είμαι γεμάτη από θάλασσα, ορίζοντα κι ουρανό να παίξω το κλαρίνο μου τα δικά μου λυπητερά πειραματικά τζαζ κομμάτια στην Πατησίων. Αλλά δεν ξέρω πότε θα είμαι σε θέση. Νιώθω κάπως σα να αποκαθηλώθηκα. Και σα να θάφτηκα κάτω από μια νεονομικοηθική χιονοστηβάδα του κακού καθωσπρεπισμού. Δεν έπρεπε να βγω στο βουνό εκείνο το πρωί. Όμως ζω ακόμα και σκέφτομαι την αγάπη μου .. Συνέβει και πονάω κάπως παραπάνω για να μπορέσω να σκεφτώ πως να κινηθώ. Πρέπει να το φροντίσω. Θα περάσει. Να μου προσέχεις
Εδρεύω κι εργάζομαι στην καρδιά σου.
[ πρέπει να πίνω τονοτικά ποτά και να τρώω καλά
Γιατί είμαι full time 24ωρο κι υπερωρίες
Είμαι υπέρ γενικώς, ότι αρέσει στο κορίτσι μου
Πες μου ότι δε με αλλάζεις με τίποτα ..
Κι όμως τώρα ακουμπάς τα χείλη σου στο ποτίρι, το στιλό, τα πλήκτρα, δαγκώνεις ένα φρούτο που το ζηλεύω γιατί συντρίβεται στο στόμα σου
Σου το ' χω πει για τον Μύδα των φιλιών, εγώ είμαι ]
Εδρεύω στο κέντρο , όπως όλα τα καθώς πρέπει ζωντανά γραφεία
Δουλειά μου είναι να σε πηγαίνω στον ουρανό
Κι όλο κοιτάς Γη και ζαλίζεσαι
δε λες να συνέλθεις. Τρέμεις όπως η χελώνα όταν την πιάνει στα χέρια του ο αετός.
[ Ω, ποιος είπε πως το καβούκι σου
είναι όλη η ομορφιά σου!
.. ]
Καρδιά μου κάνε μας να παρθούμε όπως να ήμασταν όλα τα ζώα κι η φύση .
Κοίτα μωρό μου τι βρήκα!!!
Μ' αρέσει η πόλη, αλλά μου έρχεται πολύπλοκο να ζήσω σε πόλη. Θα μπορούσα ίσως να το συζήταγα αν σβήναν όλα τα φώτα δυό τρεις τέσσερεις πέντε ώρες τη νύχτα να μη στερούμαστε τον ουρανό. Όπως το κάνουν στην Αφρική που θυμάμαι. Κατα τα άλλα δεν μπορώ να διαλλέξω αν μου εκκινεί δημιουργικότερα την φαντασία το πέταγμα των γερακιών ή ο παλμός από μια κοτσίδα που θυμίζει κάλεσμα ζώου όπως τρέχει μια κοπέλα πίσω από τα φιμέ τζάμια του γυμναστηρίου απέναντι στον τρίτο. Σου είπα .. Ωραία θέα!
ΣΤΟ ΦΟΥΡΝΟ
Μαύρη σοκολάτα 100%.
Να θέλει καλέμι για να την κόψεις ..
πως σε παίρνω πάνω σε ένα μεγάλο τραπέζι που κάθεσαι μέσα σε μια πιατέλα με μαλακά ζαχαρωτά και σε τρώω με διάφορα. Μέλι, πετυμέζι, σιρόπια από κόκκινα φρούτα. Και σε γαμάω με τον σοκολατένιο πούτσο μου που τον λιώνεις.
Σε άλλη εκδοχή σε τρώω με γιαούρτι και ταμπάσκο και σε γαμάω με μια μαύρη γυαλιστερή μελιτζάνα.
Υπό το φως των κεριών.
το πεινασμένο σου ..
ταπεινά.