Την έχω βάλει στο μάτι εδώ και κάτι αιώνες. Από το σχολείο. Όντας η πιο όμορφη και ιδιαίτερη, την ήθελαν όλοι και κανείς δε μπορούσε να την πλησιάσει. Ποτέ δεν την είδα να βγαίνει ανοιχτά με κάποιον. Από εκεί συμπέρανα πως πρέπει να είναι πολύ εσωστρεφής και κρυψίνους. Αντίθετα από εμένα που ηδονίζομαι όταν λέω τα πράγματα που δε λέγονται. Ή όταν περιτριγυρίζομαι από ανθρωπάκια που κοιτάν χαμηλοβλεπούστικα, όπως το λέω, τη βρίσκω να γίνομαι επιδειξίας.
Δεν έτυχε να έχουμε ποτέ φιλία. Είναι μεγαλύτερή μου. Μετά από αρκετά χρόνια επέστρεψε με το πτυχίο της από το πανεπιστήμιο και άνοιξε ένα γραφείο. Πάλι δεν πατάει κανείς τόσο ιδιότροπη που είναι. Διάφοροι «μύθοι» γυρίζουν όμως γύρω από το όνομά της. Οι κουτσομπόλες λένε ότι την είχαν πιάσει στην μεγάλη πόλη με άλλες κι άλλους σε ένα σπίτι οργίων. Λέγανε πως την είχαν δει να βγαίνει πολλές φορές στις τρείς τα ξημερώματα από την εκκλησία του παπά που λένε πως πηγαίνει κρυφά με τις μισές γυναίκες της μικρής μου πόλης. Λένε διάφορα οι κουτσομπόλες γι’ αυτή, πράγματα που με διεγείρουν απίστευτα.
Αν είναι κάτι από αυτά αλήθεια το ενδιαφέρον μου εκτοξεύεται. Γιατί αν υπάρχει μια πιθανότητα ένα πλάσμα τόσο μπερδεμένο ερωτικά να ξεμπερδευτεί πάνω μου και να δει έστω μια στιγμή μόνο ένα, αυτό θα σημαίνει πραγματική έκρηξη! Όταν τα χίλια πρόσωπα γίνονται ένα η ερωτική δύναμη γίνεται σαρωτική, τρομερή, φρικτή. Λούζεσαι με την αστρική καταιγίδα. Ποτάμι από λάβα σε παρασύρει. Ένδοξη τραγική λύτρωση. Δεν υπάρχει κάτι ποιο ωραίο και πιο έντονο να ζήσει ο άνθρωπος από αυτή την ελεύθερη πτώση. Το ξέρω γιατί έτσι είμαι. Ευχαριστιέμαι να ζω τις θεομηνίες.
Πριν λίγα χρόνια παντρεύτηκε έναν μετανάστη. Καθόλου όμορφο, σε σχέση με αυτή. Αυτή είναι θεά! Εγώ είμαι η ομορφιά που της ταιριάζει. Έχουν κι ένα παιδάκι. Παιδάκι αυτή παιδάκι κι εγώ, με «εργάτη» αυτή, με «εργάτη» κι εγώ. Αποκτήσαμε κοινά και τη βλέπω. Της λέω κουφά πράγματα για να με θυμάται. Πράγματα μυστήρια μήπως και τα καταφέρω να τα σκέφτεται και όταν φεύγω. Τρέχω το μυαλό μου χιλιάδες στροφές προς τα μέσα , σαν τρυπάνι για να μπορέσει το κεντρί μου να μπει.
Την θέλω, σαν προσωπικότητα. Η απρόσιτη ομορφιά της κάνει τον κόσμο μου γύρω της να μοιάζει με παραμύθι. Να είναι λες και ο κόσμος περνάει αυτοστιγμή από μια πύλη στην εξελιγμένη του διάσταση. Σε ένα παράξενο κλέος με ασύλληπτη πηγή. Σαν τα βάθη του ψυχισμού να στολίζονται με το φεγγαρίσιο χαμόγελο και αμέτρητα λαμπερά άπιαστα σημεία όπως ο νυχτερινός ουρανός.
Είναι η φιγούρα που ζωντανεύει τη νεκρή μου φύση. Δεν επιτρέπω να εστιάσω το στήθος της. Αν το κάνω αυτό θα τα χάσω. Τα λιγούρια κοιτάνε κόλους. Εγώ μαζί της μου επιτρέπω να ξεπέφτω κοιτώντας τους αστραγάλους της. Να ανεβαίνω μόνο, να βουτάω στα μάτια. Να θαυμάζω τα αυτιά της, το μέτωπο, στα χείλη της, ναι, όταν δε μιλάει.
Κοιτώ καμιά φορά με τρόπο τους καρπούς της, τα γόνατα, τα δάκτυλα, τα κόκαλα στο λαιμό, τα μήλα στα μάγουλά της. Τα άλλα ίσως τα δει κάποια σπουδαία μέρα η αφή μου. Αν καταφέρω να ζωγραφίσω πάνω της ένα αριστούργημα. Να ελευθερώσω την χιλιοπρόσωπη οσμή που με κινεί. Με την φυγόκεντρο που δένομαι και πετάω.
Μπορεί ναι, μπορεί πάλι όχι. Ξέρεις πως είναι. Μπορεί να γίνουμε κι εμείς φήμες. Ειλικρινά δε με ενδιαφέρει και τόσο αν είναι χρηστική η τέχνη. Παίρνω έναν εγκεφαλικό οργασμό κάθε που την ξαφνιάζω. Τον κόβω και της τον χαρίζω από το ζώο που έχω μέσα μου. Έτσι αυτό ύστερα, σκέτο σώμα, ικανοποιείτε πιο εύκολα.
( art digital blasphemy )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σιωπή