Ακραία καιρικά φαινόμενα έρχονται στις έντεκα. Στις δώδεκα περιμένω το φάντασμα. Θα έρθει σίγουρα, δε μασάσει. Του έχω μαγειρέψει τις μούσες. Κοκκινιστές, τι ρωτάς, εννοείται κοκκινιστές. Την καλύτερη μου την έχω βάλει στο φούρνο. Χαλασμένος είναι, τον έχω για ντουλάπι. Αυτή η μούσα είναι μόνο για μένα. θα την φάω μια άλλη μέρα. Μόνη μου. Το ξέρω ότι δε τρώγεται ρε. Πίνεται, αυτός είναι ο σωστός όρος. Και δεν κάνω πλάκα. Κάθε βράδυ σπρώχνει την ταφόπλακα και στις δώδεκα ακριβώς μου’ ρχεται ταμπλάς. Βαθιά μέσα μου θέλω να το ξεφορτωθώ αλλά δεν έχω βρει πώς να το φορτώσω μέχρι εκεί. Μετά θα το τουμπάρω. Τα έχω δοκιμάσει όλα, εκτός από αυτή. Δεν είναι άνθρωπος, κατάσταση είναι, γι’ αυτό λέω αυτή. Είναι πνευματώδης κι απρόσιτη, ντίβα που κάνει τα κέφια της. Ξεχειλίζει. Τα χείλη της κλείνει και ξεχειλίζει ένα ψυχόφως αιθερόστικτο μυριστικό. Μυστήριος είναι. Με μεθάει πεθυμιά. Μεταοργασμική άμπωτη σε χάδια φρεσκολουσμένης ευχαρίστησης. Χαμόγελα που δαγκώνουν. Μιλφέυ με λιωμένο καϊμάκι κι αλμυρή μαστίχα. Μηλόπιτα με κρυστάλλους, σε σχήμα βεντάλιας. Η σούπα μου κόλλησε και την έχωσα ως ψάρι σελινότο καζάν ντιπί. Σώθηκα. Επίτηδες το έκανα γιατί δεν του αρέσουν οι σούπες. Δε σ’ αρέσουν. Σ’ αρέσουν; Τι δηλαδή επειδή σε κάποια φάση είπες κάτι εσύ θα το πάρω εγώ για μοτίβο; Εγώ όλα ανοιχτά. Ήρθε. Παίζουμε το Σάιμον σεζ και το κάνε ότι κάνω. Ο Σάιμον λέει κάνε ότι κάνω. Πιάνω τα χέρια του, τα δαγκώνω. Αέρας. Τα βάζω στο.. να τα βάλω. Άντε. Τα βάζω στα μάγουλα και τα αυτιά. Βροντές. Με Θες. Με Θες; Αστραπές. Καταιγίδα, μπόρες με χοντρές στάλες. Θύελλα. Έρχεσαι. Έρχομαι. Ήρθαμε για να μείνουμε. Έρχεται μήνυμα από το 112. «Μείνετε ασφαλείς. Ακραία καιρικά φαινόμενα στην περιοχή σας. Ξεκινάν στις 23:00. Αποφύγετε τα υπόγεια. Αποφύγετε τις άσκοπες μετακινήσεις.» Σε δυό ώρες είμαι εκεί.
( Art black out poetry )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σιωπή