Το στόμα μου ανθίζει σαν πληγή.
Πέρασα όλη τη χρονιά αδικημένη, κουραστικά αργόσυρτες
οι νύχτες, άδειες, σκληροί αγκώνες μόνο
και στοίβες χαρτομάντιλα που φώναζαν «κλαψιάρα,
κλαψιάρα, τι χαζή που είσαι!».
Άχρηστο το κορμί μου μέχρι χθες.
Σήμερα σκίζονται οι ορθές του γωνίες.
Σήμερα σκίζει τα ρούχα τα σεμνότυφα κόμπο τον κόμπο
και κοίτα – με τρυπούν ολόκληρη καρφιά ηλεκτρισμένα.
Σβιιιιν! Ανάσταση!
Κάποτε το κορμί μου ήτανε βάρκα, σκέτο ξύλο
σε αχρηστία, με δίχως θάλασσα από κάτω,
με την μπογιά της ξεφτισμένη. Ένας σωρός σανίδες,
τίποτ’ άλλο. Όμως εσύ με σήκωσες, μ’ αρμάτωσες.
Έγινα η εκλεκτή σου.
Τα νεύρα μου έχουν τεντωθεί. Τ’ ακούω σαν
μουσικά όργανα. Στη θέση της παλιάς σιωπής
ασταμάτητα χτυπούν τα τύμπανα, οι χορδές. Δικό σου έργο
είναι.
Ιδιοφυΐα στην πράξη. Αγάπη μου, ο συνθέτης έπεσε
στη φωτιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σιωπή