οοοοοοοοοοοοοοοοοοοοο..οοοοοοοοοομμμμμ..
η βυσσινάδα αγκαλιάζει τα παγάκια με μια αύρα ωχρή, /(-[{που είσαι εσύ_εσύ είσαι εσύ εσύ!}]-)/
την πίνω, αραιωμένη με -κάτι μυστικό-.
-οι αγκαλιές με φοβίζουν, φοβάμαι τι να θυμάμαι μετά-
σαν αγάπη που ξεχειλίζει -όταν δεν την ρουφάει κανείς πέφτει στο πάτωμα και στραπατσάρεται [σε χαρτί απορροφητικό για τα απορήματα] .
Έχουν υπάρξει στιγμές που ένιωσα αυτό το ρούφηγμα, όπως νιώθω τις στιγμές που προκαλώ πόνο, είναι αμφίδρομη αυτή η κίνηση σε όσους έχουν ακόμα αισθήματα. Αυτά όμως είναι χάδια, χάδια είναι ναι. και την πίεση νιώθω, πραγματική, στα μηνίγγια με ιλιγγιώδης ταχύτητες σκέψεων που προσπαθούν να φτάσουν στο σημείο που περνά το υποσυνείδητο.
{τώρα που γράφω το γόνατό μου, το χτυπημένο ακουμπά στο πλυντήριο πίσω απ την μπάρα και ζεσταίνεται στην μηχανή του πλυντηρίου..}
κάποια στιγμή ψώνιστικα σε μανάβικο, αλλά δεν ήμουν εσπέριο μήλο ή κάποιο εσπεριδοειδές λάθος. το τελάρο ήμουν με ένα λιωμένο ακτινίδιο και χαλίκια και ξερά φύλλα [ιτιάς ?] .[-γαμώτο, τι τέλεια που ήταν! να το ξανακάνεις..-]
Λοιπόν, πρίν απο αυτό, πριν εξ αρχής δεν είχα αναπνευστήρα και βούτηξα και βρήκα ένα χρυσό καράβι που ναυπηγήθηκε μυθικά εκεί στον βυθό. όχι ναυάγιο, μη σε ξεγελάν τα φαινόμενα, τα αισθητά..
-απο πάντα ονειρευόμουν ένα καράβι, αυτό το καράβι που σε μια άλλη ζωή σχίζει ''τη θολή γραμμή των οριζόντων''.-
δεν ξέρω-είσαι κι εσύ εκεί, μια βυσσινάδα με βότκα δλδ και τα παγάκια. περιτριγυρισμένοι από σκελετούς και θησαυρούς και μ' αρέσει μόνο να κάθομαι δίπλα τους, να γεννιέμαι από τις ηλιαχτίδες που ξιφίζουν την θάλασσα και φτάνουν ως εκεί και τους λαμπυρίζουν να φωτίζομαι, να βλέπω καθαρά στα μαύρα νερά για να γράφω. με αυτή την αίσθηση. σαν αρμονική τρικυμία, για τα ιδανικά που βρίσκονται και χάνονται [lost and found, συμπληρώστε την φόρμα παρακαλώ, την φόρμα, απο την άλλη μερια κυρία μου όχι στο άδειο, εκεί με τα κουτάκια, ..-καλά χαζή είναι αυτή!βαρεμένη-].
στύβω το μυαλό μου και βγαίνουν στημόνες, προσπαθώντας να καταλάβω και μπήκα εκεί, εκεί που δεν.. που δεν θέλω να βγω, με κλωτσάν και δεν λέω να βγω,.. αναπνέω τις φούσκες με τραβάνε οι φουσκωτοί και δεν θέλω ,σας λέω, να βγω, αφήστε με εδώ δίπλα απ' τη νεκροκεφαλή μου να γράφω τα ξόρκια που θα την αναστήσουν και το καράβι της θα γεμίσουν πανιά..
έη, εη, κάποιος μέσα μου ψιθυρίζει, [-έη μαλάκα μου,-] έγινε αυτό. στο κατάστρωμα είσαι το καράβι σε ταξιδεύει και εσύ διαβάζεις και γράφεις!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σιωπή