"
...
Μεγάλη η μοίρα της ποίησης!
Χαρούμενη είτε λυπητερή, κουβαλά πάντα μέσα της τον θείο, ουτοπικό χαρακτήρα.
Αντιφάσκει αδιάκοπα με το γεγονός, επί ποινή ανυπαρξίας.
...
Αγαπητή φίλη,
Η κοινή λογική μας λέει ότι τα πράγματα της γης πολύ λίγο υπάρχουν, και ότι η αληθινή πραγματικότητα βρήκσεται μόνο στα όνειρα μέσα. Για να χωνέψει κανείς τη φυσική, καθώς και τη τεχνιτή ευτυχία, πρέπει να έχει πρώτα το θάρρος να την καταπιεί, και αυτοί που, ίσως, θα άξιζαν να ευτυχήσουν, είναι ακριβώς εκείνοι στους οποίους η ευδαιμόνία, όπως την αντιλαμβάνονται οι θνητοί, επεργούσε πάντα ως εμετικό.
Στα ανόητα πνεύματα θα φανεί περίεργο, και μάλιστα αναιδές, το γεγονός ότι ένας πίνακας των τεχνητών ηδονών αφιερώνεται σε μια γυναίκα, την πλέον συνήθη πηγή των πλέον φυσικών ηδονών. Όμως, είναι προφανές ότι, καθώς ο φυσικός κόσμος διεισδύει μέσα στον πνευματικό, του χρησιμεύει ώς τροφή, και συντελει έτσι τη διεργασία εκείνη η οποία καταλήγει στο απροσδιόριστο αμάλγαμα που αποκαλούμε προσωπικότητά μας, η γυναίκα είναι το πλάσμα που προβάλει τη μέγιστη σκιά ή το μέγιστο φως στα όνειρά μας, η γυναίκα είναι, μοιραία, υποβλητική. Ζει μιαν άλλη ζωή από την ίδια τη δική της. Ζει πνευματικά μέσα στις φαντασίες που κατατρέχει και που γονιμοποιεί.
Λίγη σημασία έχει εξ άλλου να γίνει κατανοητός ο λόγος τούτης της αφιέρωσης. Είναι μάλιστα αναγκαίο άραγε, για να ικανοποιηθεί ο συγγραφέας, να γίνει κατανοητό το οποιοδήποτε βιβλίο απο άλλους, εκτός απο εκείνον ή απο εκείνη, για τους οποίους γράφτηκε; Και για να τα πούμε όλα, είναι τάχα απαραίτητο να γράφτηκε για κάποιον; Όσο για μένα, έχω τόσο λίγο έρωτα για τον ζώντα κόσμο, ώστε, σαν εκείνες τις αργόσχολες, ευαίσθητες γυναίκες που στέλνουν, καθώς λένε, ταχυδρομικά τις εκμυστηρεύσεις τους σε φανταστικές φίλες, ευχαρίστως θα έγραφα μόνο για τους νεκρούς.
Ωστόσο, δεν αφιερώνω σε μια νεκρή το βιβλίο αυτό. Το αφιερώνω σε μια που, αν και άρρωστη, είναι πάντα δραστήρια και ολοζώντανη μέσα μου, και που τώρα στρέφει το κάθε της βλέμμα στον Ουρανό, τον τόπο τούτο των μετουσιώσεων όλων. Γιατί, όπως και για ένα επίφοβο φάρμακο, το ανθρώπινο πλάσμα χαίρει του προνομίου να μπορεί να αντλεί νέες, εκλεπτυσμένες απολαύσεις, ακόμα και απο τον πόνο, τον όλεθρο και το αναπότρεπτο της Μοίρας.
Θα δεις λοιπόν, μέσα στον πίνακα τούτον, έναν σκυθρωπό, μονήρη περιπαρτητή, βυθισμένο μέσα στα κύματα του πλήθους, να στέλνει την καρδιά και τη σκέψη του σε μιαν απόμακρη Ηλέκτρα που, δεν πάει καιρός που του σφόγγιζε το λουσμένο στον ιδρώτα μέτωπο και δρόσιζε τα φρυγμένα απο τον πυρετό του χείλια. Και θα μαντέψεις σίγουρα την ευγνωμοσύνη ενός Ορέστη, που τόσες φορές αγρύπνησες δίπλα στους εφιάλτες του, και που του έδιωχνες, μ' ανάλαφρο χέρι μητέρας, τον φρικτό ύπνο.
Σ. Μπ.
"