Δε λένε τίποτα, απλώς κοιτάζονται
μες στου καθρέφτη τ' ωραίο σώμα.
Σκιές στον πάγο του, κομματιάζονται
οι χίλιες νύχτες και μία ακόμα.
Μοιάζουν τα μάτια του ακατάβλητα,
σέρνονται πάνω τους σαν οχιές.
Απ' τις ρωγμές του ρέουν ανάλυτα
σκυλιά και αγγέλοι κι ενοχές.
Κάπου στο βάθος του, χάραγμα εγκάρσιο
το πιο φρικτό του άλγους κομμάτι.
Αχχίλεια φλέβα στο μετατάρσιο...
βήμα δεν κάνεις με βέλος στην πλάτη.
Μες στους καθρέφτες χρόνια κοιτάζονται.
Στεριές οι θάλασσες, άβατες χώρες.
Τα ιδεογράμματα που αφουγκράζονται,
δεν είναι κώδικες "για μια Ντολόρες"
Όλοι οι καθρέφτες μάς τεμαχίζουνε.
Στα δυο, στα τέσσερα, δήμιοι-ικέτες.
Σιγά κι αθόρυβα όμως ορίζουνε
ποιούς θα ξυπνήσουν οι δραπέτες.
Όσο επιτρέπουμε Βλέμματα αλλήθωρα,
όσο προβάρουμε την αυταπάτη,
κανένα κάτοπτρο δεν μας χάριζε
ποτέ ενωμένο-το Ένα του μάτι.
της Φαίδρας Φις
από τη συλλογή:
τακούνια καίγονται στο Φούρνο
(fotoart Franz von Stuck)