και λιγοστά φωτίζουν
οστά στους τοίχους
που οι υφές τους σχίζουν
κι αίμα δεν τρέχει παρά .. παράνοια
θέλω ένα χέρι πολύ δυνατό
να με τραβίξει έξω απ’ το συρμό
θέλω ένα χέρι πολύ δυνατο
να στρέψει κάπως τον πομπό
- θέλω ένα χέρι πολύ δυνατό
- να ανοίξει το κεφάλι μου στα δυό
- να βαπτιστώ μακάριος μακαρίτης
- στο ηλεκτρικό συντριβάνι του τσί
- που το’χουν όλοι, στραβοί και κουτσοί
- κι εγω ξεχωριστά ξεχωριστή μαζί
- του μυαλού μου το κουκούτσι
- που το πατά ένος παλιάτσου το παπούτσι
- στο χώμα το σαθρό που βάλτωσα
- εντώς των ημερών να βγούν φυντανια
- και γλάστρες τους τα συντριβάνια
γιατί είμαι ένα θαύμα
απ’ άγνωστο θεω³
είμαι πάντα ένα θαύμα
απ’το άγνωστο θεω³
είμαι για πάντα ένα θαύμα
απ’ άγνωστο θεω³
πολλοι, πολυ το εχουμε αναγκη. μερικοι, μερικες φορες οχι. Συμμορφωνομαι εδω κι αρκετο καιρο, κι εχω εναν πολυ καλο λογο! πρεπει μονο να του απενεργοποιησω το κοκκινο κουμπι της Ακυρωσης, γιατι νομιζω καποιος παιζει και το παταει συνεχεια! βεβαια... αμα το κανω αυτο... τοτε πετα το μανιουαλ και πεσε με τα μουτρα στην μακαροναδα!
ΑπάντησηΔιαγραφήσε φιλω γλυκα.