Λέω πως η μάνα μου είναι καλή αλλά η αλήθεια είναι πως είναι ελάχιστες οι φορές που την έχω κάνει ευχάριστα παρέα. Δεν την έχω δει ποτέ να χορεύει ή να τραγουδάει, να χαίρεται, να είναι χαρούμενη πέρα από μια αναλαμπή μια στιγμή, να την δω χαρούμενη ας πούμε ένα ολόκληρο πρωί ένα μεσημέρι ένα βράδυ. Αντιθέτως έχω δει τόνους από αρνητικά συναισθήματα. Κι έχω φάει πολλές ώρες να ακούω τα παράπονά της με προσοχή και ενδιαφέρον προς έβρεση κάποιας λύσης που όμως δεν μπορώ να γίνω κατανοητή αφού για όλα φταίνε οι άλλοι κι όχι εκείνη, εκείνη παραδέχεται μόνο ότι φταίει για την παραπανήσια αγάπη της και την ανοχή της όπως λέει πως δίνει. Όταν μιλάω για μένα και για τις εμπειρίες μου δείχνει να με αποδοκιμάζει και να μην με πιστεύει ακόμα και σήμερα νομίζει πως απλά λέω ψέματα πως είμαι φαντασμένη και μοιάζει να απειλείται από την ιδιαιτερότητά μου μη και νιώσει κάποια ευθύνη γονιδιακή και λέει σκιτζή τον γιατρό μου, τους γιατρούς που πάω και τα παιδιά και φοβάται μη το μάθει ο κόσμος ότι χρειάζομαι ψυχίατρο και μου πάρουν τα παιδιά. Μα ρε μάνα να μου τα πάρουν αν είμαι να μου τα πάρουν, πάμε καλά! Εγώ νιώθω ότι χρειάζομαι κάποιον ειδικό να μου λέει κάθε λίγο ότι είναι καλά μαζί μου τα παιδιά και πως θα είναι καλύτερα, το νιώθω πραγματική ανάγκη να το τσεκάρω συχνά, με ηρεμεί, μου δίνει δύναμη ακόμα και όταν κάτι δεν πάει καλά να υπάρχει κάποια φόρμουλα σα να υπάρχουν όργανα για να βλέπω κι από αυτά την κατάσταση του οχήματος που οδηγώ να έχω αν γίνεται και συνοδηγό θέλω. Η βιολογική μάνα μου είναι νταουνιάρα, νταρκ πέρσον και δεν έχει χιούμορ κι ούτε το σηκώνει. Δεν ξέρω αν ήταν πάντα έτσι αλλά έτσι την θυμάμαι. Κάποιες φορές κάνει μεγάλες κινήσεις και γενναιοδωρίες με υλικά. Την θυμάμαι να είναι δέκα μέρες άυπνη δίπλα μου στο ΚΑΤ, που δεν χρειαζόταν να είναι εκεί τόσο πολύ, δεν υπήρχε κίνδυνος ας πούμε να πεθάνω το βράδυ, την μέση μου είχα σπάσει. Ήταν εκεί μπάστακας πάνω από το κεφάλι μου λες και το απολάμβανε να την κοιτάνε με λύπη. Και δεν την θυμάμαι να χαίρεται έντονα σε καμία μου χαρά. Είναι σα να μην μπορεί να χαρεί η καρδιά της. Να μην μπορεί η καρδιά της να είναι ανοιχτή με τους ανθρώπους να χαλαρώσει να αφεθεί να αγκαλιαστεί. Πολλές φορές βλέπω κάτι πολύ εύθραυστο στα μάτια της που την κάνει πολύ γοητευτική και την θαυμάζω για το πώς περιποιέται τα φυτά στον κήπο της με μια όμορφη και λεπτή σκληρότητα τελείως από αυτό απορροφημένη και δοσμένη σε αυτό 100%. Μόνο εκεί στον κήπο κρυφοκοιτώντας την έχω δει γαλήνιο, ευχαριστημένο κι ευδαιμονικό το πρόσωπό της. Ακόμα κι εμένα τις περισσότερες φορές με κοιτάει κάπως καχύποπτα και αποδοκιμαστικά συγχρόνως. Κι όταν την κοιτάω βαθιά λαχταρώντας να βρω κάτι να επικοινωνήσουμε τότε είναι που βλέπω αυτό το λαμπερό κι εύθραυστο το συνάμα ψυχρό και απόμακρο και φοβισμένο. Κάτι που με έκανε πάντα να μην θέλω να της φορτωθώ, να μην θέλω κι εγώ να την απασχολώ με τα προβλήματά μου να μην μπορώ φυσικά μαζί της να εκφραστώ. Είναι τρομερό που δεν έχω νιώσει ποτέ άνετα με την βιολογική μητέρα μου κι ότι δεν μπορέσαμε ως τώρα να κάνουμε μαζί πηγαία κι ευχάριστη παρέα. Να νιώσω ότι είμαι αποδεκτή και καλοδεχούμενη. Ακόμα κι από την κοιλιά της βγήκα οκταμηνήτικο κι ούτε το γάλα της πήρα. Δεν θυμάμαι την αγκαλιά της. Έχω πάρει μητρικές αγκαλιές από άλλους ανθρώπους και μου αρέσουνε και οι μητρικές και οι πατρικές, τις ευχαριστιέμαι, αφήνομαι, μπορώ το θέλω. Ευχαριστιέμαι να νιώθω άνετα ζεστά και ασφαλής και καλοδεχούμενη. Να μη νιώθω ότι τον αγχώνω τον άλλο ότι του γίνομαι βάρος ή ότι είμαι εχθρός. Μ’ αρέσει να νιώθω χρήσιμη κι η μάνα μου είναι τόσο συγκεντρωτική που δε με αφήνει να κάνουμε μαζί κάτι. Γιατί κι εγώ θέλω να κάνω με τον δικό μου τρόπο τα πράγματα και εκτός από θέματα ασφάλειας δεν είναι εύκολο για μένα να ακολουθώ πιστά οδηγίες. Ακόμα και στην άλγεβρα έλυνα τα προβλήματα φτάνοντας στο σωστό αποτέλεσμα με τρόπους που δεν ήταν συνήθως στις τρείς έτοιμες λύσεις που έδιναν το λυσάριο και το βιβλίο. Ήταν πιο εύκολο να ξεκινήσω βάση της θεωρίας να λύνω παρά να ξεπατικώσω ένα στάνταρ τρόπο. Κάποιοι καθηγητές μου ζορίζονταν να με παρακολουθήσουν και μου κοκκινίζαν γραπτά με σωστές λύσεις. Μόνο μία θυμάμαι που ενθουσιαζόταν με αυτό μου το ταλέντο, μια δασκάλα μου στην πολιτική οικονομία. Την οποία και την ερωτεύτηκα βέβαια από αυτή την θαυμάσια έκπληξη που έβλεπα πως πάθαινε με το μυαλό μου, που μπορώ και συνδυάζω και κάνω άλματα και συμπυκνώνω τόσο λακωνικά πολλούς τρόπους μαζί χωρίς να χάνομαι. Εκείνη δεν πονοκεφάλιαζε μαζί μου, με έπαιρνε μαζί της στην έδρα να κάνουμε μαζί την παράδοση και έδειχνε πως με πίστευε πραγματικά πολύ και θα πέθαινα αν δεν την έβγαζα ασπροπρόσωπη και την έβγαλα εννοείται. Έχω κάνει απίστευτη πρόοδο κι έχω βγάλει εις πέρας τρομερές αποστολές από ανθρώπους που με έχουν πιστέψει με μια πίστη που την διακρίνω ως καθαρό ισορροπημένο κι ανιδιοτελή θαυμασμό. Πράγματα που δεν τα έχω νιώσει από την φυσική μάνα μου. Και ως πρώτη σκέψη σήμερα για το θέμα του Ηρακλή πάω στοίχημα πως η υπερβολική αγωνία της μάνας μου για μένα και τα παιδιά και τον κόσμο ενέτεινε την αγωνία του Ηρακλή που ξέρει τον τρόπο όταν πιέζεται να τα παρατάει όλα και να τα φορτώνει στον κόκορα. Του το έχω χιλιοπεί, να κάνεις όσα έχεις όρεξη και μπορείς. Να λες και όχι. Και όπου σε ζορίζουνε θα λες μα εγώ κύριοι είμαι απλά ένα παιδί. Παιδί μου είσαι πανέξυπνος, πανέμορφος, έχεις όλο το πακέτο, ακόμη κι αν κάνεις κοιλιά κάπου θα το ξαναβρείς. Μην είσαι μαλάκας πειραγμένος, κοιτάξου στον καθρέφτη, είσαι τυχερός, από ωάριο, είσαι τυχερός πριν καν γεννηθείς! Αλλά όντως πρέπει να τον προσέχουμε να έχει ενδιαφέροντα γιατί και είναι ευαίσθητος με τους ανθρώπους του και βαριέται κι εύκολα και αυτά σε κάνουν συνήθως επιρρεπή στην καταθλιψάρα. Τα παιδιά δεν ήθελα και δεν θέλω να τα αφήνω εκεί που πήδαγα τα παράθυρα και την κοπάναγα κι εγώ μικρή γιατί δεν αντέχεται η μαυρίλα η κλάψα η εικόνα του θύματος μεταλλαγμένη σε καταπίεση εκεί μέσα. Λυπάμαι μαμά αλλά μέχρι κι ο Μπάμπης ο απών στην φανταστική κοσμάρα του που βρίζει όποιονε τον ζορίσει είναι πιο κουλ και συγκαταβατικός. Μας πάει βόλτα για να μας καμαρώνουνε και μας κάνει και καμιά γλυκιά αγκαλίτσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σιωπή