Κυριακή 6 Ιουλίου 2008

Κωδικός Ορέστης


Ο WReih κοιτούσε τα σμιχτά μπούτια του που ξεχίνονταν σε όλη την πολιθρόνα.
Τα λυπαρά χέρια του χούφτωσαν το ακουστικό του τηλεφώνου που χτυπούσε.
...
- Κύριε διευθηντά σας διαβεβαιώ, πρόκηται περι παρεξηγήσεως.
- ...
- Μάλιστα , το γνώριζε η υπηρεσία.
- Η «F00» παρακολουθήται
- ...
- Ναι Κύριε, και η γιατρός, είναι όλα υπο έλενχο, θέμα Χρόνου.
- ...
- Ναι γνωρίζω, πρέπει πρώτα να μας οδηγήσει στο υλικό
- ...
- Μάλιστα, σε επιφυλακή
- ...
- Βεβαίως, χαίρεται.

Ο Ορέστης είχε μεγαλώσει σε εργαστιριακές συνθήκες. Η έλειψη βαρύτητας διατηρούσε σφριγιλό το κορμί του. Ήταν καιρό τώρα άντρας με πιεσμένη τεστοστερόνη. Οι γυαλιστερές μαύρες τρίχες που κάλυπταν το ανεπτυγμένο κορμί του ήταν το μόνο σημάδι ενηλικίωσης στο μωρουδίακό και άσπηλο απο την ατμοσφαιρική πίεση δέρμα του.
Είχε γυμναστεί και παιδαγωγηθεί απο τους ευφιέστερους του ανθρώπινου είδους. Απο τον μακρυνό θόλο της αποικίας γνώριζε για κάθε τι πάνω στη γή. Στα 255 χρόνια της ζωής του είχε δεί χιλιάδες ώρες ντοκουμέντα απο τα πολυμέσα στην αίθουσα των εξομοιωτών θρόνων. Τα βαθυγάλαζα μάτια του που ανοίγωνταν μεγάλα κάτω απο τις ελαφριές μπούκλες της κόμης του λαχταρούσαν να δούν την ηλέκτρα.
Γνώριζε την αποστολή του και περίμενε ευλαβικά για την ώρα. Η στιγμή που θα επισκεπτώταν την ΓΗ πλησίαζε.
Η έκφραση του είχε μια γαλήνια ευτυχία κι ας ήξερε ότι μετά το μαγνιτικό του ταξίδι η ζωή του θα συμπιέζονταν και θα φθήρονταν σύντομα απο το γίηνο περιβάλλον.
Σχεδόν αγωνιούσε για να γνωρίσει την έννοια της διαφοράς του θεικού απο το ανθρώπινο, που τόσο καλά κανείς δεν μπορούσε να του μεταδώσει. Ούτε κάν οι πιο σεβαστοί γέροντες , ο παπούς Αριστοτέλης, ο Σωκράτης, ο Αρχιμύδης, που σχεδίασε καιτην απογίωση του πλανήτη τους. Κι ας είχαν περάσει τόσα χρόνια στην μακρυνή τους πατρίδα. Ο θόλος τους περιστρέφόταν αδιάκοπα αποδεικνίοντας στο νου τους πως ξεπέρασαν τον θεό.
.
Στην ΓΗ συνέβαινε σχεδόν το αντίθετο και οι άνθρωποι έδιχναν ικανοί μόνο να καταστρέφουν τους πόρους που μπορούσαν να τους οδηγήσουν στην θεοποίηση.

Πολλά τα αρνητικά πρόσιμα στις ψυχές τους, του είχε πεί σε έναν περίπατο ο Αριστοτέλης. «δε μπόρεσα παιδί μου να κάνω πολλά ώστε να το ανατρέψω τα χρόνια που ήμουν εκεί. Γιαυτό ήρθα στην αποικεία Ορέστη, για να έρθει η στιγμή να γεννηθείς εσύ και να πατίσεις το κουμπί την κατάλληλη ώρα.

Ο Ορέστης.
Ναι, αναπολούσε και ευραίνοταν.
Σηκώθηκε και με γοργά βήματα πήγε προς τον εξομοιωτή του. Ήθελε να δεί την αγαπημένη του Ηλέκτρα. Να ταξιδέψει στο μέλλον για να της δώσει μια αγκαλία και ένα φιλί.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σιωπή