Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2025

Δυο ποιήματα (για το μπουκέτο με τους ασφόδελους)

 

*

ΤΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΠΟΥ ΑΓΑΠΩ


Στου αγρού τα μανιτάρια αρέσουν

τα βαρκά χωράφια

Θερμοκρασίες δωματίου εξωτερικές. 


Μόλις θα βγούνε 

συνηθίζουν να είναι άσπρα

κι όσο υψώνονται 

σκούρα φοράνε νυχτικά ή νυφικά.


Σαν συνεχίσουν οι βροχές

αρχίζουν λειώνουν

πρωτού ν'ανοίξουν την ομπρέλα

τους καλά καλά


Μα αν βγει ο Ήλιος

συνεχίζουν να ψηλώνουν

και την ομπρέλα τους 

ανοίγουν σα φτερά.


Ύστερα κι ο άνεμος μπορεί

να τα διαλύσει

Αν δεν τα κόψει κάποιο χέρι

να τα ψήσει

ρίχνουν στο χώμα το κεφάλι

μοναχά τους.


Λες πως το βάρος τους 

το ίδιο τα θερίζει.

Αν το σκουλίκι δεν τα 

έχει φάει ήδη.



*

ΣΤΟ ΑΝΘΟΠΟΛΕΙΟ


Στο πίσω μέρος του ανθοπολείου

Που αναλαμβάνει κάθε είδους τελεταί

Στο ανθοπολείο 'κει 

θα βρήτε του μυαλού μου

και τα τετράγωνα άδεια φέρετρα.


Στο πίσω μέρος και δεξιά απ' το ψυγείο

Που φιγουράρουν τα κομμένα

είδη μ' άνθη αγκαλιά - 

 αγκαλιά 

και στη σωστή χρωματική σειρά.


Ένας εκεί Ντουέντε αλέγκρος κύριος

με έξυπνη μα πονηρή ηρεμία

μέσα σε αγάλματα χρυσά και άσπρα

σαν άγαλμα στο Ζεν του μειδιά

Με ρούχα αδιάφορα μα σοβαρά.


Και στο γραφείο του όταν στέκει

αν συγγενείς να δει πως μπαίνουν

Ξέρει. Πως για την λύπη πρόκειται

και πως η Πόρτα η πίσω

τον καλεί τρισταπεινά.


Κι αν το γραφείο του να

μπαίνουν βλέπει

Τα ενοποίος πρόσωπα

Καταλαβαίνει

Πως έρχονται για την χαρά.


Να τα υποδεχθεί τότε

αμέσως τρέχει

και ξεκινάει να τους δίχνει

απ' τα μπροστά.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σιωπή