Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2024

ΜΠΟΥΚΕΤΟ ΑΠΟ ΑΣΦΟΔΕΛΟΥΣ

 *

ΗΛΙΟΤΡΟΠΙΟ


Έρωτας είναι. Θεός. Είπες η δύναμη. 

Ένα ηλιοτρόπιο που θύμωσε 

γυρνά στον Ήλιο του την πλάτη. 

Αυτός θέλω να ' ρθει.


Ήρθε και έκανε 

του ραδιοφώνου τα παράσιτα ανάσες 

και αναστεναγμούς πνιχτά δάκρυα

 άμμος που τρέχει μες τα δάκτηλα.


Αλήθεια υπάρχει. Κάπου εκεί 

στην άλλη άκρη της γραμμής.


Παιδιά από ξεριζωμό που χωριστήκανε 

κι ανέλπιδα ακούνε 

το όνομα τους 

πως κάπου υπάρχει.


Μα κοίτα αυτό το ηλιοτρόπιο 

πως θύμωσε.

Γυρνά στον Ήλιο του την πλάτη.

Είπε πως θα' ρθει.


*

ΖΗΛΕΥΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΠΑΧΝΗ


Τα φώτα της πόλης ζηλεύουν τα άστρα

 γιατί έχουν εσένα κι ας είναι μικρά.

Τα δάση θλιμένα τους άχαρους δρόμους

 της πόλης ζηλεύουν κι αυτά.


Μαζί και τα ωραία της πόλης στολίδια 

τα ωραία της πόλης παιδιά

ζηλεύουν τα άστρα τα δάση κι εμένα

που ανασθμένω μια πάχνη στην ερημιά.


*

ΜΠΟΥΚΕΤΟ ΑΠΟ ΑΣΦΟΔΕΛΟΥΣ


Θαύμασα το αρχαίο μακεδονικό σου κεφάλι

Με την αψεγάδιαστη δομή

Τα ωραία σου όλο σάρκα χείλη

Που άφηναν προς το σκοτάδι ανοιχτή μια σχισμή.

Χάζευα τα μάτια σου που ήταν κλειστά

Θύρες χρυσές κι ηρεμούσα που ήταν κλειστές

σαν και το κεφάλι σου να ήταν το χρηματοκιβώτιό μου.

Τα μαλλιά σου ολόγυρα που το προστάτευαν 

κάτι πολύ εύθραυστο κι από τον λαιμό σου ανάβλιζε ζεστασιά

Κάτω από το σεντόνι κοιμόταν φωτιά. Φωτιά και η λίμνη.

Μια λίμνη από μισολιωμένα αστέρια που στάζαν αυτο το αλλόκοσμο σχήμα

Και στάζαν μαγεμένα και μέσα μου και μπορούσα να έχω δέρμα 

ιδρωμένο και ένιωσα

να παίρνω το χρώμα του φεγγαριού. Ξεχνώντας να ανασάνω.

Κοιμόσουνα και σ' άφησα

Ένα μπουκέτο ασφόδελους στο μαξιλάρι.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σιωπή