Σήμερα το μεσημέρι μαγήρευα κόκαλα όταν έπαθα την κρίση.
Έσπασα αυτή την καρέκλα.
Τους έχω πει να μου ρίχνουν νερό στη μούρη όταν αρχίζω να τρέμω να βγάζω αφρούς και να βρίζω, να με προλαβαίνουνε.
Είδα και την πυροσβεστική μία η ώρα που πήγαινε πέρα στο σταυροδρόμι πάνω μου μαλλιά και φρέναρα απότομα και κοκάλωσα και δάκρυσα χωρίς να ξέρω . Έφτασα σπίτι, έβγαλα τα κόκαλα που μαγειρεύω στα σκυλιά να φάμε όλοι μαζί, άλλο περίεργο, και με κάτι τυχαίο υστέριασα. Ύστερα στη θάλασσα το έμαθα πως ήταν η νταλίκα του Σουρέτη και στη μία δίπλωσε στη στροφή της Ελαίας.
Τώρα έχω να βάλω ατλακόλ στο ξύλο και νάρθηκα και να την δέσω με σίρμα γαλβάνι όλα τα πόδια για να είναι πάλι όσο γίνεται όμορφα.
Ξύπνησα έτσι σήμερα. Με τα νεύρα μου να πονάνε. Να στρήβει το νεύρο και να χάνω το πόδι μου ξαφνηκά.
Στη θάλασσα κολήμπησα και χάρηκα σα τα παιδιά. Όπως χαίρονται τα παιδιά με τη θάλασσα, με μια γεύση, με ένα χάδι, με ένα ωραίο ξάφνιασμα.
Τί ζητάς ρωτάω και με πιάνουν παράπονα. Και με πιάνει πανικός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σιωπή