Είδα γυφτάκια και παίζανε στο κτήμα και δεν τους είπα τίποτα. Μετά είδα μια μεγαλειώδη πομπή με αυτοκίνητα και τους φώναζα πως είναι ιδιωτικός χώρος να ρωτάνε για να περνάνε και αφού δεν μου δώσαν σημασία σα να μη με άκουγαν πήγα να πετροβολίσω ένα αμάξι αλλά είχε φύγει ήδη μακριά και καρτέρεψα το επόμενο στην μεγάλη αυλόπόρτα που είχε ένα στέγαστρο εκεί πέρα και του την έριξα μα όταν πέρασε είδα να κουβαλά μια κάσα πως ήτανε νεκροφόρα και δεν ξέρω πως έγινε και τους ακολούθησα και βρέθηκα με το μηχανάκι και τον Ηρακλή σε ένα τεράστιο πλοίο που χωρίς να το καταλάβουμε σάλπαρε και χωρίς το καταλάβουμε χάσαμε το πρώτο λιμάνι και το μηχανάκι με τα πράγματά μας κι όπως φτάσαμε στο επόμενο λιμάνι νύχτωνε και προσπαθούσα να καταλάβω ρώταγα που είμαστε μου είπαν στην φωκίδα μα μετά κάπου στην Λακωνία και πως θα έκανε ροτέσιον και θα γύριζε πάλι πίσω αλλά εμένα δε μου άρεσε η ατμόσφαιρα εκεί μέσα γιατί ήταν όλοι σα να μη μας έβλεπαν και σα να μη μιλούμε την ίδια γλώσσα και ήταν σκοτεινό σαν εκκλησία και απίστευτα ογκώδες λαβυρινθώδες και μεγάλο. Αλλά χωρίς να το καταλάβω ξαναξεκίνησε και είχα χάσει τον Ηρακλή και έψαχνα υπεύθυνο να τον φωνάξει από τα μεγάφωνα αλλά κάναν όλοι λογαριασμούς και δεν μου δίναν σημασία ώσπου σπάσαν τα νεύρα μου και αφού δεν είχε δέντρα τράβαγα να ξεριζώσω κάτι σιδεριές από μια πόρτα που μετά είδα πως ήταν μια μεγάλη καθολική εκκλησία και εκεί με πιάσανε και τους είπα να φωνάξουν τον Ηρακλή μα αντί να τον φωνάξουν με βάζαν να μιλήσω σε ένα κινητό ότι να τον φωνάξω εγώ και θα ακουστεί στα μεγάφωνα κι έλεγα ο Ηρακλής Αντωνόπουλος να παρουσιαστεί στην εκκλησία του πλοίοι και το έλεγα ξανά μερικές φορές και πήγα παράμερα και κοίταγα την εκκλησία και τότε είδα έναν φίλο του Ηρακλή να έρχεται και με έπιασε τέτοια ανησυχία που ξύπνησα νομίζω την ώρα που μας είπε πως είχε αστραπιαία βγει και καταλάθος ξέμινε στο προηγούμενο λιμάνι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σιωπή