Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

 

ΛΙΛΛΥ μου,

Εύχομαι να είσαι καλά. Πρώτη φορά που πάει τόσος καιρός χωρίς ένα μήνυμα, ένα τηλέφωνο, κάτι. Είχα μια ελπίδα να ακούσω τη φωνή σου, μα..

Βρίσκομαι πάλι στο ίδιο σημείο που κινδυνεύω. Αν δεν κλειδώσει το μυαλό μου σε έναν καλά βασισμένο συνειρμό κοντεύω να τρελαθώ. Έχω αυτό «το ωραίο μπορεί» που με κρατάει μετέωρη. Είναι σα να πρέπει να περπατήσω στον αέρα πιστεύοντας ότι το μπορώ. Αυτή η κατάσταση με κλείνει σε έναν κόσμο αλλόκοσμο. Τα στοιχεία δε με βοηθάνε και  όταν τα απορρίπτω για να σε βρω είναι σα να πετάω μια ατέλειωτη θάλασσα χωρίς ένα βράχο, ένα ξύλο, ένα κάτι για να σταθώ, έστω για μια ανάσα. Η καρδιά μου συνεχίζει να βγάζει τα δικά της συμπεράσματα, να τα ταιριάζει όλα σε ένα έπος απροσμέτρητο. Είναι αυτά που νιώθω για σέ ειπωμένα από το χέρι σου και από το χέρι μου. Όλα στα χέρια μας δηλαδή που τα στύβουμε και στάζει ένα μέλι κατευθείαν στα μάτια. Κυλά σε όλο το σώμα και τελικά με ρουφά σαν  «τον βάλτο του πεθαμένου» στην άγρια δύση.  Έχω ποντάρει τα πάντα και έχω στα χέρια μου τα καλύτερα χαρτιά. Έχω κάνει την κέντα που λέμε μα ακυρώνεται η παρτίδα επειδή κάποιος ανακάλυψε ότι λείπουν από την τράπουλα μερικά χαρτιά. Ο κάποιος αυτός είναι η λογική μου και φτάνω να την μισώ. Να τις τραβάω τα καλώδια και να μένω να περιφέρομαι δίχως σώμα, δίχως ιδέες, χωρίς εμένα, με εσένα και εμένα μέσα σε αυτόν που δεν είναι κάποιος αλλά πάλι εγώ κι εσύ.

Μια δυο λογικές σκέψεις που μου έχουνε απομείνει ώστε να σε προσεγγίσω στην ζωή, που τρέχει μόνη της, χωρίς εμάς «εμάς», δεν μου ανοίγουν στην κατάσταση αυτή που είμαι. Ευτυχώς δηλαδή που έχω βάλει κάπως καλά τον πίνακα και πέφτει ο γενικός στο βραχυκύκλωμα. Έτσι βλέπω τώρα, μόνο στο φεγγαρόφωτο.     

Σκεφτόμουν αυτό που λέει πως αν αγαπάς κάποιον άσε τον να φύγει κι αν σ’αγαπάει κι αυτός θα γυρίσει να σε βρει. Κι ύστερα λέω μα αυτό έχει ήδη γίνει και δεν καταλαβαίνω γιατί δεν είμαστε μαζί. Μετά αναρωτιέμαι πώς να είναι αυτό το μαζί και δεν μου έρχεται καμιά άλλη εικόνα πέρα από αυτό που είναι μέσα στα ερωτικά γλυπτά του Ροντέν, τις κουνημένες μορφές του Μπέικον, τα σεξπηρικά συναισθήματα, …ως το Ελένειο δίλλημα και τη θεοποίησή σου.  Το αμήχανο κάλλος του Πλάτωνα και κάποιο φως από την Αριστοτελική σκέψη με σώζουν τελευταία στιγμή αλλά για λίγο. Αλλά και πάλι δε μπορώ να πιστέψω πως το ότι σε θέλω είναι τόσο κακό. Μόνο που κάθε φορά όταν το βλέπω κοκκινίζουν όλα και δεν μπορώ τίποτα άλλο να δω.

 

Σ’αγαπώ

Να προσέχεις μωρό μου

φιλιά βροχερά και με πολλά μποφόρια






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σιωπή